Νικόλαος Χριστόπουλος, Τα ταξίδια του αταξίδευτου, Ο Ζωγράφος του ταρσανά
του Κίτσου Μακρή (απόσπασμα από τη "Λαϊκή τέχνη του Πηλίου")

Τελευταίος της σειράς των λαϊκών ζωγράφων της περιοχής του Βόλου είναι ο Νικόλαος Χριστόπουλος. Γεννήθηκε στα 1880 και πέθανε το Μάη τον 1967. Απόμαχος ναυπηγός, ζούσε αποτραβηγμένος στον πατρικό ταρσανά και χαίρονταν τα βαθειά γεράματά του ζωγραφίζοντας καράβια, γοργόνες, ταρσανάδες, λιμάνια και ψάρια. Τα έργα του είναι πάντοτε μικρά, ποτέ δεν ξεπέρασαν τις διαστάσεις 35X45 εκ.
Ακολουθεί τη λεπτόλογη τεχνική όλων των ομοτέχνων του. Επειδή έζησε το πλοίο σε όλη την τελετουργία της κατασκευής του, σανίδι με σανίδι, καρφί με καρφί, σκοινί με σκοινί, δίνει τις λεπτομέρειες με γνώση και αγάπη κι έτσι γίνονται ποιητικά στοιχεία και όχι ζωγραφική φλυαρία. Επάνω σε γαλάζιο, γκρίζο ή γκριζογάλαζο ουρανό, που μερικές φορές διακόπτεται από άσπρες φιγούρες γλάρων, διαγράφονται καμαρωτά τα καράβια του. Κάθε λογής σκαριά. 
Ο Χριστόπουλος δεν ταξίδεψε ούτε σε ολόκληρο τον Παγασητικό. Ο αντίλαλος του ανοιχτού πελάγου φτάνει σ' αυτόν με τους ναυτικούς που επισκευάζουν τα πλοία τους, στον οικογενειακό ταρσανά. Όσο κρατάει η επισκευή του πλοίου, είναι για τους ναυτικούς μέρες αναγκαστικής αργίας, μέρες αναμνήσεων, ώρες διηγήσεων. Από το στόμα τους ο αταξίδευτος ναυπηγός άκουσε για τρικυμίες στ' ανοιχτά του Μισιριού, για κοντραμπάντα στον Τσεσμέ, για χλιαρές νύχτες στα αφρικανικά παράλια. Και για τη γοργόνα «όπως την εξιστορούσαν οι παλαιοί καπεταναίοι». Κι όλα αυτά στο αβρό κλίμα των νοσταλγικών αναμνήσεων, μακριά από την τραχύτητα των πραγματικών περιστατικών.
Οι τίτλοι του, με τις χαριτωμένες ανορθογραφίες και ασυνταξίες του, πλημμυρισμένες από τρυφερότητα και κρυφό καμάρι προσθέτουν κάτι στην ατμόσφαιρα ζεστής οικειότητας που δημιουργούν οι μικροί του πίνακες, "ο ταρσανάς τα παλιά ευτυχιζμένα χρόνια, λουλούδια της θάλασσας, από τα όμορφα συριανά καράβια". Που και που ρίχνει και μερικά άκακα πειράγματα: "Οι καημένες οι κοπέλλες του ομίλου αγωνίζονται..." Ο Χριστόπουλος δεν είναι, βέβαια, μεγάλος ζωγράφος. Ανήκει στη χορεία των ταπεινών εκείνων μαστόρων, που είπαν το λόγο τους, απλό, αληθινό, χαμηλότονο, όσο έφτανε η ανάσα τους....

συνέχεια στην πηγή:

Σχόλια